Κάποιες σκόρπιες σκέψεις για τα τηλεφωνικά κέντρα
Δουλεύοντας στα τηλεφωνικά κέντρα – ειδικά σε αυτήν τη δύσκολη εποχή – καταλαβαίνει κανείς πως η επίθεση που δέχονται συνολικά όλοι οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι από τα αφεντικά και το κράτος τους, είναι μεθοδική και έχει σαν κεντρικό της στόχο την γενικευμένη επισφάλεια και απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων στο σύνολό τους.
Αυτή η επίθεση έχει κτυπήσει προσεκτικά όλα αυτά που ονομάζονταν «κεκτημένα» (θεσμικά ή μη) και ήταν μέχρι πρότινος κάτι που έκανε λίγο πιο «ελαφρύ» το καθημερινό βάρος της μισθωτής εργασίας. Αρκετά σημαντική νίκη τους, με αυτήν την επιθετική προέλαση είναι ουσιαστικά η σχετική κατάργηση των συμβάσεων διαμορφώνοντας και το πλαίσιο για την όποια παρέμβαση κατά το δοκούν και το συμφέρον των συνασπισμένων αφεντικών πάνω σε αυτές (μικρών και μεγάλων, ντόπιων και ξένων – ανεξάρτητα από τις μεταξύ τους έριδες και συγκρούσεις). Μ’ αυτόν τον τρόπο οι εργαζόμενοι πλέον ελπίζουν στην καλή διάθεση του αφεντικού για τους όρους και την ισχύ του «ιδιωτικού συμφωνητικού» που κατάντησαν πλέον αυτές οι συμβάσεις και οδηγούν προκατασκευασμένες οι συμφωνίες των εκπροσώπων των αφεντικών με τον εαυτό τους (βλ. ΓΣΕΕ).
Αυτή η «ξαφνική» κατάληξη των πραγμάτων λειτούργησε σαν σοκ για τον περισσότερο κόσμο των μισθωτών. Η αποθράσυνση και η απληστία τους έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο και πρέπει να σκεφτούμε τρόπους γιατί όπως φαίνεται το «βαρέλι δεν έχει πάτο».
Μέσα σε μία τέτοια συνθήκη αυτό που διαμορφώνεται στα τηλεφωνικά κάτεργα είναι ένα παράδειγμα προς μίμηση για το σύνολο της εργοδοσίας και των πολιτικών εκπροσώπων της. Η εντατικοποίηση, η στοχοθέτηση και τα πλάνα των χρόνων κλήσης, διαλείμματος, των πωλήσεων κλπ, μαζί με την αξιολόγηση στην κάθε πτυχή της ύπαρξης του ευέλικτου εργαζόμενου πλήθους που ανακυκλώνεται απελπισμένα από την ανεργία στην στυγνή εκμετάλλευση (που οι ντόπιοι νεοφιλελεύθεροι ονομάζουν απασχόληση), ρουφούν την ζωτικότητα του, καταστρέφοντας-χτίζοντας πάνω στο κέρδος του χυδαίου υλισμού τους. Έτσι όλα μπορούν να «αυτορυθμίζονται» μαζί με τις αγορές τους, το χρήμα τους και τις τράπεζές τους. Ο φανταστικός κόσμος του μάνατζμεντ όμως, είναι η σκληρή πραγματικότητα του ανταγωνισμού του (που βελτιώνει, μας λένε την λειτουργία των επιχειρήσεων και την ποιότητα των προϊόντων τους) που επιβάλλεται με όρους συλλογικής υπόστασης. Ο τρόπος που μας οργανώνουν υπάρχει σε κάθε κίνηση που καταστρώνουν και έχει τελικό σκοπό να αφήσουν πίσω οτιδήποτε σχετίζεται με κριτική στην κάθετη ιεραρχική δομή που μεταμφιέζεται σε πολιτικώς ορθή , ισότητα και συμμετοχή του εργαζόμενου στις δομές εθελοδουλίας της επιχείρησης. Με λίγα λόγια κατασκευάζουν έναν κόσμο «ενεργής συμμετοχής» για τους εργαζόμενους, μέσα στον ίδιο κόσμο της καταπίεσης και της εντεινόμενης εκμετάλλευσης (μπορούν να ακολουθούν κατά βήμα τις θεωρίες ανάλυσης του νέου μάνατζμεντ περί κοινωνικοποίησης και ψυχολογίας – χρησιμοποιώντας το εργατικό δυναμικό με συμβάσεις μήνα, 300€). Έτσι, μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή σου και ζαλισμένος από το βομβαρδισμό των κλήσεων στο ακουστικό σου το μόνο που μπορείς να περιμένεις είναι το επόμενο 10λεπτο διάλειμμα σου. Ξεχνώντας όμως καθετί που έχει σχέση με το πλέγμα των παραγωγικών σχέσεων, πηγαίνοντας στην εργασία σου για να χαρείς που θα πουλήσεις, να χαρείς και να διασκεδάσεις που θα εξ-υπηρετήσεις τους πελάτες-αφεντικά. Πρέπει να σκεφτείς μέσα στον χαμό των κλήσεων και των ενσωματωμένων (σε κάθε κίνηση σου) προσταγών πως τελικά εσύ μπορείς να είσαι το πιο ενεργητικό κομμάτι της καταπίεσης σου, (χειροκροτώντας την επίτευξη των στόχων),ελπίζοντας παράλληλα να βρεις κάποια άλλη εργασία ή στην χειρότερη περίπτωση να ανελιχθείς – υπακούοντας όμως σε όλες τις περιπτώσεις.
Υπάρχουν τομείς μέσα στο εργασιακό πεδίο που η κάθε δραστηριότητα σχετίζεται και με μία θέση εργασίας, που έχει σαν αντικείμενό της τον έλεγχο αυτής της δραστηριότητας και την επόπτευση αυτών που εργάζονται σε αυτήν. Το «καρότο και το μαστίγιο» μπορεί να έχουν εφαρμογή ακόμη, αλλά υπάρχουν και άλλοι τρόποι να σε κάνουν να «αισθανθείς άνετα», υπάρχουν και άλλοι τρόποι για να γίνεις μέλος της οικογένειας-επιχείρησης με τόσους team-leaders, supervisors, co-ordinators , μάνατζερ και λοιπούς παρατρεχάμενους.
Αυτό όμως που στο τέλος μετράει, είναι η αύξηση της παραγωγικότητας σε χρόνο και χρήμα και η υποχρεωτική συνθήκη της συνεργασίας από τον διευθυντή μέχρι και τον τελευταίο επισφαλή τηλεφωνητή και καθαρίστρια. Αυτό που υπάρχει σαν πείραμα στα τηλεφωνικά κέντρα είναι η μεθοδική «πλύση εγκεφάλου» μέσω της συμμετοχής των από κάτω στα «μανατζεράδικα παιχνίδια οργάνωσης» των από πάνω. Όλα αυτά ξεπερνιούνται σαν απόλυτη φυσικότητα, στο κυνήγι των πωλήσεων, με το τσάκισμα των νεύρων, στις καθυστερήσεις μισθών, με τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου ακόμη και ενός μήνα για χρόνια, στις επιπλήξεις, στην συνεχόμενη πίεση, στα δευτερόλεπτα που μετριούνται σαν διάλειμμα και αναμονές μέχρι την επόμενη κλήση, ακόμη και στον χρόνο για τουαλέτα που μετριέται σαν διάλειμμα.
Μέσα σε τέτοια περιβάλλοντα που η εργασία μπορεί να εξαθλιώνει ψυχικά και πνευματικά, μπορεί να βρει πεδίο λαμπρό και η παράλογη λογική του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, η οποία υπάρχει άρρητα και στοχεύει – σαν εύκολη λύση και διέξοδος -, τον ακόμη πιο αδύναμο (Όταν ο εργαζόμενος δεν αναγνωρίζει τον εαυτό του σαν τέτοιο και πάρα μόνο στους στημένους ρόλους του πελάτη, του καταναλωτή του ψηφοφόρου και του συμμέτοχου μαζί με τα αφεντικά στις επιχειρήσεις τους, τότε ρίχνει το φταίξιμο στους άλλους που βρίσκονται στην χειρότερη θέση για την δική του μιζέρια).
Ενημέρωση για το τι συνέβη στα δικαστήρια
Φτάνοντας τώρα στην περίπτωση της εκδίκασης της αγωγής ενάντια στην εταιρεία ΩΘΗΣΗ δεν μπορούμε να μην σκεφτούμε κάτι για την αδιαφορία όλων αυτών των τηλεφωνητών που εργάζονται εκεί χωρίς να νοιάζονται – «επιτελώντας τα καθήκοντά τους». Η απουσία τους από την υπόθεση δείχνει ακριβώς πως είναι η κατάσταση σε τέτοιους χώρους ανακύκλωσης ανέργων που αδυνατούν να εμπλακούν μαζί σε καταστάσεις που υπάρχουν έξω από τις πολύ συγκεκριμένου τύπου προσωπικές σχέσεις, επαφές (και την κουλτούρα τους) και αδυνατούν να συγκροτήσουν νοήματα μέσα από κινήσεις που δημιουργούνται ακριβώς δίπλα τους – αδιαφορώντας τουλάχιστον να μάθουν έστω κάτι περισσότερο κοιτάζοντας απλά την δουλίτσα τους και την πάρτη τους.
Ευτυχώς που η βοήθεια των αλληλέγγυων από συλλογικότητες και σωματεία του χώρου των τηλεπικοινωνιών και άλλων, μπόρεσε να αναδείξει το ζήτημα του πειράματος που συντελείται στα τηλεφωνικά κέντρα και να στηρίξει την προσπάθεια ενάντια στις συνθήκες που υπάρχουν εκεί.
Το κεντρικό σημείο της αγωγής βρισκόταν ουσιαστικά στην αμφισβήτηση της σύμβασης υπάλληλου γραφείου που υπογράφουν οι τηλεφωνητές και δεν έχει καμία σχέση με το αντικείμενο της εργασίας τους.
Η διαδικασία της εκδίκασης ξεδιπλώθηκε με το άγχος και την στρατηγική που ακολούθησαν τα αφεντικά. Μία στρατηγική πάγια, που ουσιαστικά μεταθέτει το πρόβλημα τους (σαν λειτουργία, σκοπό και ιδεολογία) στον εργαζόμενο προσπαθώντας να τον παρουσιάζουν σαν προβληματικό που δεν εναρμονίζεται με την λειτουργία της εταιρείας τους. Έτσι εφευρίσκουν την προβληματική προσωπικότητα και την ατομική ευθύνη του κάθε εργαζόμενου, αποφεύγοντας την όποια συλλογική κίνηση εναντίον τους.
Το μέλος του σωματείου της WIND (μάρτυρας του ενάγοντος) μπόρεσε να κάνει μια συνοπτική περιγραφή των καθηκόντων και του αντικειμένου εργασίας αυτών που «σε πρήζουν στα τηλέφωνα συνέχεια». Μίλησε για την υποχρεωτικότητα των συνθηκών που έχουν επιβάλλει, την παραγωγικότητα και τον τρόπο λειτουργίας αυτών των εταιρειών.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ειπωθεί πως η εταιρεία είχε για μάρτυρά της έναν ρουφιάνο εργαζόμενο και όχι κάποιον προϊστάμενο ή στέλεχος…
Ο ρουφιάνος ήταν διστακτικός στον ρόλο του και προσπαθούσε να πιάσει συνέχεια το νήμα που του κατεύθυνε ο δικηγόρος της εταιρείας. Πολλές φορές έπεσε σε αντιφάσεις για το αντικείμενο της εταιρείας και τις «πωλήσεις-προωθήσεις» που κάνει. Δεν έκανε κάποια τοποθέτηση για όλα αυτά που κάνει ο εργοδότης του στους εργαζομένους και υπονοούσε μόνο την ατομική ευθύνη του ενάγοντα με νύξεις για λούφα (μέσα σε ένα απόλυτα ελεγχόμενο περιβάλλον, τόσο από τους προϊσταμένους σαν φυσική παρουσία που τσεκάρει τι κάνει ο καθένας, όσο και μέσα από την χρήση τεχνικών μέσων που επιτρέπουν την καταμέτρηση των κλήσεων και την παρακολούθηση των συνομιλιών) καθώς και τον «πλημμελή τρόπο τέλεσης καθηκόντων». Δηλαδή η κακόμοιρη εταιρεία σύρθηκε από τον προνομιούχο εργαζόμενο στα δικαστήρια αδίκως.
Η αλαζονεία των αφεντικών έτσι, ανεβαίνει στα ύψη όταν χρησιμοποιούν αναλώσιμους ρουφιάνους (ο συγκεκριμένος δούλευε εκεί για τρία χρόνια καριέρας).
Η απόφαση αναμένεται μέσα στους επόμενους μήνες από το μονομελές δικαστήριο που έδειξε σημάδια κατανόησης για το τι συμβαίνει στα τηλεφωνικά κέντρα.